Η επισημότητα των ανισοτήτων και οι θεσμοί που καθορίζουν την ευημερία των κρατών

Η απονομή του Νομπέλ Οικονομίας στους Νταρόν Ατζέμογλου, Σάιμον Τζόνσον και Τζέιμς Ρόμπινσον επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση γύρω από την παγκόσμια ανισότητα. Οι επισημάνσεις τους ότι οι εισοδηματικές ανισότητες μεταξύ χωρών και εντός τους είναι εξίσου σημαντικές με άλλες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή και η γήρανση των κοινωνιών, συστήνουν μια επείγουσα αφύπνιση. Η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών σημείωσε ότι το 20% των πλουσιότερων κρατών είναι περίπου 30 φορές πλουσιότερα από το φτωχό 20%, και αυτή η ανισότητα συνεχίζει να υφίσταται, παρά κάποια πρόοδο που έχει σημειωθεί.

Οι αποδείξεις και οι αναλύσεις που έχουν προσφέρει οι ανωτέρω επιστήμονες εστιάζουν στις αιτίες διατήρησης αυτών των ανισοτήτων. Σύμφωνα με το έργο τους «Γιατί τα έθνη αποτυγχάνουν», οι θεσμοί και η πολιτική είναι οι παράγοντες-κλειδιά. Οι χώρες που διαθέτουν «θεσμούς χωρίς αποκλεισμούς» επιτυγχάνουν πιο βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς υποστηρίζουν τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, διαφοροποιώντας τους από εκείνους τους θεσμούς όπου η εξουσία συγκεντρώνεται σε μια μικρή άρχουσα τάξη.

Παρόλο που το χάσμα στο μέσο εισόδημα μεταξύ του πλουσιότερου 10% των χωρών και του φτωχότερου 50% έχει μειωθεί, εξακολουθεί να παραμένει δραματικά υψηλό. Παράλληλα, η ανισότητα εντός των χωρών έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 1980. Αντίστοιχα, η ανάλυση των Ατζέμογλου και Ρόμπινσον έχει επισημάνει ότι η πλούσια πλειοψηφία της παγκόσμιας οικονομίας είναι συγκεντρωμένη στα χέρια λίγων, αφού το φτωχότερο μισό του παγκόσμιου πληθυσμού κατείχε μόλις το 2% του παγκοσμίου πλούτου το 2021.

Η βράβευση των τριών επιστημόνων συνδυάζεται και με τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι οποίες ανησυχούν για τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Αυτό καθιστά την έρευνά τους περισσότερο επίκαιρη και σημαντική. Με άλλα λόγια, η επιτροπή Νομπέλ τονίζει την ανάγκη για ισχυρούς θεσμούς προκειμένου να αντιμετωπιστεί η προκλητική συνθήκη των ανισοτήτων.

Πηγή: kathimerini.gr