Σύμφωνα με τη μελέτη, από το 1990, οι μακροβιότεροι πληθυσμοί του κόσμου βλέπουν το προσδόκιμο ζωής τους να αυξάνεται κατά μόλις εξίμιση χρόνια κατά μέσο όρο, πολύ λιγότερο από τις προσδοκίες ότι θα αυξανόταν με ταχύτερο ρυθμό αυτόν τον αιώνα. Οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα από τις εννιά χώρες με το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής σήμερα, όπως το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, καθώς και από τις ΗΠΑ, μια από τις ελάχιστες χώρες που είδαν μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά την περίοδο της μελέτης.
Η ερευνητική ομάδα αναφέρει ότι οι άνθρωποι πλησιάζουν σε ένα βιολογικά θεμελιωμένο όριο ζωής και ότι οι μεγαλύτερες αυξήσεις στη μακροχρόνια ζωή έχουν ήδη συμβεί μέσω της καταπολέμησης των ασθενειών. Ωστόσο, οι αρνητικές συνέπειες της γήρανσης παραμένουν το κύριο εμπόδιο στην περαιτέρω αύξηση της διάρκειας ζωής. Για τα παιδιά που γεννήθηκαν τα τελευταία χρόνια, οι πιθανότητες να φτάσουν τα 100 χρόνια ζωής είναι σχετικά χαμηλές, με 5,3% για τις γυναίκες και 1,8% για τους άνδρες.
Η υψηλότερη πιθανότητα για παιδιά που γεννήθηκαν το 2019 να ζήσουν μέχρι τα 100 χρόνια παρατηρείται στο Χονγκ Κονγκ, με ποσοστά 12,8% και 4,4% αντίστοιχα για γυναίκες και άνδρες. Στις ΗΠΑ, οι πιθανότητες αυτές είναι 3,1% για τις γυναίκες και 1,3% για τους άνδρες.
Ο Τζέι Ολσάνσκι, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, αναφέρει ότι «οι περισσότεροι που ζουν σήμερα σε προχωρημένες ηλικίες έχουν χάρη στην Ιατρική. Ωστόσο, αυτά τα ιατρικά επιτεύγματα οδηγούν σε λιγότερα χρόνια ζωής, γεγονός που δείχνει ότι η περίοδος ταχείας αύξησης του προσδόκιμου ζωής έχει τελειώσει». Προτείνει, λοιπόν, να στραφούμε σε προσπάθειες που αποσκοπούν στην επιβράδυνση της γήρανσης και στην παράταση της υγιούς ζωής. Πηγή: kathimerini.gr