Η πολιτική καριέρα του Κολ κορυφώθηκε το 1982, όταν εκμεταλλεύτηκε την πολιτική αστάθεια της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης, πείθοντας τον μικρότερο κυβερνητικό εταίρο να καταψηφίσει την κυβέρνηση του Χέλμουτ Σμιτ. Αυτή η κρίση οδήγησε στην εκλογή του ως καγκελάριου την 1η Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, σημειώνοντας την αλλαγή φρουράς από 14 χρόνια αντιπολίτευσης.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Κολ κέρδισε τέσσερις εκλογές, διατηρώντας μια πρωτοκαθεδρία στη γερμανική πολιτική σκηνή. Έχοντας προγραμματίσει πρόωρες εκλογές το 1983, ολοκλήρωσε την αποδοχή του κυβερνητικού προγράμματος με σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως μέτρα λιτότητας και φορολογικές ελαφρύνσεις που στόχευαν στην ενίσχυση της γερμανικής οικονομίας amid a backdrop of high unemployment and burgeoning public debt.
Ο Κολ επίσης διαχειρίστηκε προσεκτικά τις διεθνείς σχέσεις, με προτεραιότητα την ενοποίηση της Ευρώπης. Ενίσχυσε τον γαλλογερμανικό άξονα και προώθησε την επαναπροσέγγιση με τα κομμουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, επιδεικνύοντας μια συγκεκριμένη συνέχεια στην πολιτική και την Ostpolitik της δεκαετίας του 1970.
Ο Κολ υποστήριξε ότι η Δυτική Γερμανία ήταν πιστός σύμμαχος της Δύσης, προχωρώντας στην εφαρμογή της «διπλής απόφασης» του ΝΑΤΟ για τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου, παρά τις αντιδράσεις του ειρηνιστικού κινήματος στη χώρα. Αυτή η στήριξη κρίθηκε ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Δύσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Συνολικά, η θητεία του Χέλμουτ Κολ βρίσκεται συνυφασμένη με σημαντικά γεγονότα και εξελίξεις στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, καθώς και με την ευρύτερη ιστορία της Ευρώπης.
Πηγή: kathimerini.gr