Στις Βρυξέλλες, η δικαιοσύνη καταδίκασε σε 17 και 14 χρόνια κάθειρξη δύο κύριους κατηγορουμένους της υπόθεσης, που είναι γνωστή για το μέγεθος και τη σοβαρότητά της. Οι κατηγορούμενοι ανήκαν σε διάφορες εθνικότητες, περιλαμβάνοντας Αλβανούς, Βέλγους, Κολομβιανούς και Ουκρανούς. Μεταξύ των 120 και πλέον κατηγορουμένων, περίπου 12 κλήθηκαν να λογοδοτήσουν ως «επικεφαλής» της εγκληματικής οργάνωσης, με τον Αλγερινό Αμπντελουάχαμπ Γκερνί να επιβάλλεται η μεγαλύτερη ποινή. Ο εισαγγελικός αξιωματούχος είχε ζητήσει ποινή 20 ετών για τον Γκερνί, ο οποίος τελικά καταδικάστηκε σε 17 χρόνια.
Ο Αλβανός Εριντάν Μουνιόζ Γκερέρο, που φέρεται να διαχειριζόταν εργαστήρια κοκαΐνης στις Βρυξέλλες, καταδικάστηκε σε 14 χρόνια κάθειρξη. Κατά την έναρξη της δίκης, παραδέχθηκε τη διαχείριση της ομάδας, ωστόσο υποστήριξε ότι δεν γνώριζε πολλούς από τους κατηγορουμένους. Η δικηγόρος του υπέβαλε αίτημα για επιείκεια, τονίζοντας τη συνεργασία του με τη δικαιοσύνη.
Η δίκη διεξήχθη σε συνθήκες ενισχυμένης ασφάλειας, με κάποιους κατηγορουμένους να παρακολουθούν την ετυμηγορία φορούσαν χειροπέδες στην Justitia, πρώην έδρα του ΝΑΤΟ. Περίπου δεκάδες άλλοι καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης που κυμαίνονταν από μερικούς μήνες έως πάνω από δέκα χρόνια. Ορισμένοι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν, ενώ άλλοι προφυλακίστηκαν ή βρίσκονταν υπό άλλες μορφές δικαστικού ελέγχου.
Τα ναρκωτικά, κατά το κατηγορητήριο, μεταφέρονταν κυρίως μέσω εμπορευματοκιβωτίων από τη Νότια Αμερική και το Μαρόκο, με την Αμβέρσα να αποτελεί την κύρια είσοδο κοκαΐνης στην Ευρώπη, ενώ και άλλα λιμάνια, όπως αυτά του Ρότερνταμ, του Αμβούργου και της Χάβρης, αναφέρονται στις διαδρομές του λαθρεμπορίου. Εκτός των εργαστηρίων κοκαΐνης, αποκαλύφθηκαν και φυτείες κάνναβης σε αποθήκες του Βελγίου.
Πηγή: kathimerini.gr