Η Υποστελέχωση της Υπηρεσίας Εναέριας Κυκλοφορίας και οι Επιπτώσεις της στις Καθυστερήσεις στα Αεροδρόμια

Η καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση αεροπορικών πτήσεων στα ελληνικά αεροδρόμια συνδέεται με την υποστελέχωση της Υπηρεσίας Εναέριας Κυκλοφορίας και τον περιορισμένο αριθμό πρόσφατων προσλήψεων στο προσωπικό. Τα στοιχεία που παρουσίασε στη Βουλή ο Παναγιώτης Ψαρός, πρόεδρος της Ενωσης Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας (ΕΕΕΚΕ), παρέχουν μια ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης. Από τις 706 οργανικές θέσεις που προβλέπει το προεδρικό διάταγμα 85 του 2018, μόνο οι 600 είναι καλυμμένες, με τους πλήρως εκπαιδευμένους ελεγκτές να μην ξεπερνούν τους 500. Πολλοί από αυτούς αναμένονται να αποχωρήσουν τα επόμενα χρόνια.

Η Διεύθυνση Κέντρων Ελέγχου Αθηνών και Μακεδονίας, η οποία είναι η μεγαλύτερη, αντιμετωπίζει έλλειψη προσωπικού κατά 40%. Ο κ. Ψαρός επισήμανε πως οι εγκαταστάσεις ελέγχου στο αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος” και η αντίστοιχη περιοχή που καλύπτει εκτενή γεωγραφικές ζώνες, αδυνατούν να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση της εναέριας κυκλοφορίας.

Επιπλέον, σε νησιωτικούς προορισμούς με έντονη τουριστική κίνηση, όπως η Κεφαλονιά και η Σάμος, το προσωπικό είναι περιορισμένο, με ελάχιστους ελεγκτές να εκτελούν καθήκοντα. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της ΕΕΕΚΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια των πτήσεων, εισάγονται περιορισμοί στον αριθμό των αεροσκαφών που μπορούν να εξυπηρετηθούν ανά ώρα, γεγονός που οδηγεί σε σημαντικές καθυστερήσεις. Αυτές οι καθυστερήσεις δημιουργούν προβλήματα στον προγραμματισμό των αεροπορικών εταιρειών και των επιβατών, αυξάνοντας παράλληλα το κόστος των πτήσεων, καθώς κάθε λεπτό καθυστέρησης κοστίζει κατά μέσον όρο 119 ευρώ.

Η εκπαίδευση ενός ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας απαιτεί έως πέντε χρόνια. Είναι σαφές ότι αν δεν γίνουν άμεσες προσλήψεις μέσω γραπτού διαγωνισμού και δεν δημιουργηθεί μηχανισμός παρακολούθησης των αποχωρήσεων, το πρόβλημα πρόκειται να επιδεινωθεί. Οι προτάσεις για την επικείμενη ψήφο των νομοθετικών ρυθμίσεων είναι θετικές, αλλά απαιτείται σαφέστερη διατύπωση σχετικά με τη διαδικασία πρόσληψης ελεγκτών, ώστε να μην εξαρτάται η στελέχωση από γενικούς διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, όπως συνέβη με τους επιτυχόντες του διαγωνισμού του 2015.

Πηγή: kathimerini.gr